Saturday 23 February 2008

Η σελίδα 123 του... Τελευταίου Πειρασμού


Αποφάσισα όλως αιφνιδίως κι εγώ να παίξω το παιχνίδι του αγαπητού μου φίλου Στράτου γιατί μου θύμησε παλιές αμέριμνες εποχές. Ένα παιχνίδι παρόμοιο μ' αυτά που παίζαμε όταν είμασταν παιδιά καθώς τραβούσαμε ένα οποιοδήποτε βιβλίο από τη βιβλιοθήκη, ανοίγαμε μια οποιαδήποτε σελίδα και διαβάζαμε.
Τώρα όμως ήταν κάτι το πιο συγκεκριμένο, κάτι που ήθελα να δώσω σαν δώρο στον καλό μου φίλο που με παρότρυνε, δίχως να το ξέρω όμως ήταν και κάτι που με άφησε άναυδο...

Το βιβλίο "O Τελευταίος Πειρασμός" του Ν. Καζαντάκη, σελίδα 123, μετά την την πέμπτη περίοδο:

"Ο Ιάκωβος ξέσπασε σε ξερό, όλο καταφρόνιση γέλιο∙ τον κρατούσε τώρα σφιχτά από το μπράτσο και τον ταρακούναε: Ο εκατόνταρχος; μούγκρισε σιγά∙ ο εκατόνταρχος, ο φίλος σου; αυτός σε στέλνει; Ναί, σίγουρα, αυτός θα τον στέλνει σπιούνο∙ καινούριοι Ζηλωτές είχαν φανεί στα βουνά και στην έρημο, κατέβαιναν στα χωριά, έπιαναν το λαό κρυφά και του μιλούσαν για γδίκηση και λευτεριά∙ κι είχε ξαπολύσει ο αιμοβόρος εκατόνταρχος της Ναζαρέτ σε όλα τα χωριά πουλημένους Οβραίους, σπιούνους. Τέτοιος, σίγουρα, ήταν και τούτος, ο σταυρωτής. Μάζεψε τα φρύδια του, χαμήλωσε τη φωνή του, τού δωκε μια, τον τίναξε πέρα."

Διάβασα ως εδώ, μετά γύρισα προς το παράθυρο ενώ δεν κατάλαβα ότι το βιβλίο έπεσε από τα χέρια μου. "Ποιος είναι ο Ιάκωβος;", σκέφτηκα. Και προσπαθούσα να θυμηθώ, μια και πάνε χρόνια που διάβασα αυτό το βιβλίο, μα δεν τα κατάφερα. Κι εκεί που έσπαζα το κεφάλι μου να θυμηθώ τον Ιάκωβο, πώς μούρθε και σκέφτηκα πως "μάλλον θα είναι αυτός που βρίσκεται μέσα μου..." - Πώς αλλιώς να το εξηγήσω; Αυτόν που θέλω πολύ καιρό τώρα να τον πιάσω από τα δυο μπράτσα και να τον ταρακουνήσω. Να του δώσω και μια κατραπακιά αν γίνεται και να τον αποκαλέσω σπιούνο... Ναι σπιούνο και προδότη. Γιατί τόσα όνειρα που είχα παιδί τι τα έκανε; Τόσες ελπίδες που είχα γραμμένες στη μνήμη και τόσες υποσχέσεις, να τις χάσω μετά από τόσα χρόνια που πέρασαν; Να μην μπορέσω να τις υλοποιήσω και να βρεθώ έτσι τώρα ξερός και καταφρονεμένος με τον εαυτό μου; 

Τι πίκρα ήταν αυτή που ένιωσα, τι απελπισία που μ' έπιασε να με κατατροπώσει!
Κι εκεί που ήμουν έτοιμος ν' αφήσω αυτό τον κόσμο, εκεί που όλα φάνηκαν μάταια κι απερίγραπτα παράλογα, δίπλα μου πέρασε χαμογελαστός ο μικρός γιος μου που γύριζε καταϊδρωμένος από το δικό του παιχνίδι.
Η ζωή μου έδινε ακόμη ένα μάθημα, ευτυχώς που δεν ήταν "ο τελευταίος μου πειρασμός"...

Sunday 10 February 2008

Η τεχνολογία σαν από μηχανής θεός…


Λόγιοι, λόγοι, διατριβές, μελέτες, προβληματισμοί, χαρακτηρισμοί, διαπληκτισμοί, εικασίες, προσδοκίες, αυθαιρεσίες, φιλοσοφίες, σημάδια, πολύτιμα και μελετημένα ψεγάδια, μα τελικά… σκοτάδια.


Όλα για να φωνάζουν οι κλέφτες μήπως και ακούσουν οι πολλοί νοικοκύρηδες και φοβηθούν… που λείπουν. Όλα μεταξύ μας. Όλα για μας κι όχι γι’ αυτούς ή μόνο γι’ αυτούς κι όχι για μας. Όλα πηγάζουν από παραφουσκωμένα κεφάλια, έτσι ώστε να είναι αναγκαίο να χωράνε ευρύχωρα στα ψηλοτάβανα δωμάτια.
-Άκουσες όμως τι είπαν; Είπαν πως δεν θα υπάρχουν πρακτικά μετά το Συνέδριο!!
-Εγώ πάντως δεν άκουσα κάτι τέτοιο… αλλά λες να είναι αλήθεια;

Το ακροατήριο, αυτό που δεν απουσιάζει ποτέ, χωρίς ούτε ένα χασμουρητό, ψάχνει την ώρα να μπει στο χώρο του συνεδρίου κάποιος νέος επισκέπτης που καθυστέρησε· έτσι απλά για να σπάσει η μονοτονία. Πολλοί βάζουν το χέρι πάνω στο πρόσωπο προσπαθώντας να κρατήσουν τα μάτια ανοικτά, μήπως και τους δει κανείς να τα μισοκλείνουν. Μήπως και πιάσει το μάτι του διπλανού τη δική τους αδιαφορία. Κάποιος όμως κουτσομπόλης που βλέπει γύρω σκέφτεται: «κοίτα κει, μεγάλο ενδιαφέρον δείχνει κι αυτός...» με αποτέλεσμα να χάνει τη σειρά της ομιλίας.

Ο ομιλητής είναι ο μόνος που πασχίζει να χρωματίσει την ατμόσφαιρα για να δώσει ενδιαφέρον, πολλές φορές αλλάζει και καμιά διαφάνεια στην τεράστια οθόνη, αλλά αυτοί που αδιαφορούν συνεχίζουν να κοιμούνται με ανοιχτά τα μάτια.

Μοιράζονται οι γνώσεις και οι απόψεις, από μας σε μας, αυτές που προορίζονται για κείνους. Μέχρι που οι μελετητές να καθυστερήσουν συνειδητά στην απόδοση των αντιθέσεων και παραθέσεων. Μέχρι να βρει ο παρατηρητικός με τα γυαλιά δύο ακόμη άσπρες τρίχες στο κεφάλι του μπροστινού πριν αρχίσει να χτυπάει παλαμάκια.
Αχ αυτά τα παλαμάκια! Άραγε, γιατί συνήθως τ’ αφήνουμε για το τέλος; Κάποιος μου είπε πως είναι για να δείξουμε ικανοποίηση για μια μελέτη και απόδοση που έγινε τόσο ωραία. Κάποιος άλλος όμως χειροκροτούσε γιατί τελείωσ’ επιτέλους… τον είδα. Εγώ ερεθίστηκα και προβληματίστηκα αρκετά όμως, ενώ αισθάνθηκα κι από τα δύο. Μερικές φορές γιατί χτυπάμε παλαμάκια και στα ενδιάμεσα; Άραγε μήπως μας αρέσει πραγματικά το θέαμα, ή κάνουμε μια ακόμη προσπάθεια να πούμε «τελείωνε επιτέλους!».

Λυπήθηκα όμως τους ακροατές. Περισσότερο αυτούς που έχουν οικογένειες. Ναι, λυπήθηκα αυτούς ακόμη περισσότερο, μια και ξεχάσανε πως κάπου πάνω στη γη αυτές τους ψάχνουν. Εκείνοι όμως αδιάφορα ξύνονται καθώς παλεύουν να χονέψουν το μήνυμα που δεν θα το ακολουθήσει κανείς. Το μόνο που θ’ ακολουθήσουν είναι το ξύσιμο κι έτσι καθισμένοι, όρθιοι ή όπως είναι γυρίζουν το κεφάλι δεξιά κι αριστερά μήπως και δουν κάποιον που γνωρίζουν.

Μια παρέλαση ομιλιών η οποία και βέβαια συνεχίζεται... Οι μεν προσφωνούν τους δε, οι δε ούτε που ακούν. Ψάχνουν μέσα στα λόγια μόνο ν’ ακούσουν το δικό τους όνομα, και μετά να χαμογελάσουν ικανοποιητικά.
-Είδατε, είδατε, ακούστε τα λοιπόν.
Σε λίγο κανείς δεν θα χαμογελάει. Σε λίγο θα βρίσκονται όλοι στα πρόθυρα κάποιου νοητού και ακαταμάχητου λήθαργου. Κι εκεί είναι που ξεχνιούνται όλα. Εκεί είναι που ξεφεύγουν όλα στο τέλος. Μέχρι κάτι καινούργιο να γεμίσει τις οθόνες για μια ακόμη φορά, αμετανόητες.

Ευτυχώς όμως, ο από μηχανής θεός μας έσωσε πάλι, γιατί χάλασε το μηχάνημα προβολής των διαφανειών. Ευτυχώς, λοιπόν, που έφτασε η τεχνολογία να λυτρώσει μερικούς και ο Γιάννης που χειριζόταν το μηχάνημα χαμογέλασε.

Ένα ακόμη επεισόδιο πέρασε… κι εγώ που άφησα τη θέση άδεια για να πάρω τη φωτογραφία προσπαθούσα να δω τον εαυτό μου ανάμεσα στο πλήθος, αλλά δυσκολευόμουν.