Monday 10 December 2007

Προσευχή στη μάνα...

Μάνα,
εσύ που με μεγάλωσες με το δικό σου γάλα, εσύ που θυσιάστηκες για να με κάνεις άξιο τέκτο αυτής της κοινωνίας άκουσε τα δυο λόγια που θα σου γράψω. Ξέρω, εκεί που είσαι δεν μπορείς να τα διαβάσεις, θέλω όμως να σου τα γράψω, έχω ανάγκη να σου μιλήσω...
Αγαπητή μου μάνα, σ' ευχαριστώ για το δώρο της ζωής που μούδωσες, αν με ρωτούσες όμως πριν με αναθρέψεις θα σε παρακαλούσα να μη με κάνεις τόσο αθώο. Να μην κοιτάξεις να με μάθεις να είμαι πάντα χρήσιμος στους συνανθρώπους μου...

Θα ήθελα να μου διδάξεις πώς μπορώ να σταματήσω να ζητώ βοήθεια όταν έχω ανάγκη, να μην είμαι τόσο βολικός έτσι που όταν βλέπω χαμόγελα στο διάβα μου να τα κάνω αμέσως φίλους, να μη βρίσκω πόνο και να κοιτάζω να τον γιατρέψω όσο πιο γρήγορα μπορώ. Να μη βλέπω στενοχώρια και να σκάζω τόσο εύκολα ένα χαμόγελο να την απαλύνω. Τέλος να μη με μάθαινες να πιάνω άξεστη πέτρα και να ταλαιπωρούμαι στην προσπάθεια να δημιουργήσω πνεύμα αγαπητή μου μάνα.


Όλα αυτά μου είπες μπορώ να τα καταφέρω αρκεί να το θέλω, γιατί πρέπει να είμαι άξιος. Το σκέφτηκα πολύ όμως μάνα, και διερωτήθηκα αν αυτή η κοινωνία είναι άξια να έχει άξια τέκνα, άσχετα άν οι θεωρίες περί άξιου και ανάξιου συμβαδίζουν μ' αυτό που γράφεται και αυτό που εφαρμόζεται στην πράξη ως καλό και αγαθό.


Ακόμη μάνα, μου έμαθες να υπομένω τα πάντα άσχετα αν εγώ συμβιβάστηκα μ' αυτά που ακούω και βλέπω ή θέλω να τα πολεμήσω.
Μια ζωή όμως δεν κατάφερα να βρω τον πραγματικό άνθρωπο μάνα. Δεν κατάφερα να κάνω φίλους σαν το Δάμωνα και Φιντία παρ' όλες μου τις προσπάθειες, δεν μπόρεσα να βοηθήσω και μετά να με ξεχάσουν, δεν μπόρεσα να χαμογελάσω και να μη μ' εκμεταλευτούν, δεν μπόρεσα να μιλήσω για τον πόνο μου και να μη με αγνοήσουν.


Γι' αυτό μάνα, έπρεπε να μου μάθεις πώς να ξεπηδήσω από το καβούκι που με βάζουν οι δυνατοί, πώς να σηκωθώ από το βαρέλι που με στριμώχνουν και μου λένε άκου, κοίταζε και μη φωνάζεις. Όσο κι αν με κατηγορούν εγώ ήρεμα να τα ξεχνώ μου έμαθες...
Αχ μάνα,
Τώρα γράφω αυτά τα λόγια, παρ' όλο που γνωρίζω πως δεν πρόκεται ούτε τον κόσμο ν' αλλάξω, ούτε την κοινή γνώμη να ταρακουνήσω προς οποιαδήποτε κατεύθυνση, ούτε τον εαυτό μου να κάνω άξιο γιατί η αξία μάνα είναι αυτή που έχει φθαρεί, δεν μπορώ να βοηθήσω γιατί διακινδυνεύω να θεωρηθώ φαντασμένος, δεν μπορώ να συμπονέσω γιατί κινδυνεύω να κατηγορηθώ, δεν μπορώ ν' απλώσω το χέρι βοηθείας γιατί θα συκοφαντηθώ.


Μάνα, το ξέρεις ότι ακόμη ούτε στα παιδιά δεν μπορώ να μιλήσω δίχως να θεωρηθεί πως τα εκμεταλεύομαι; Δεν μπορώ να βγάλω από την τσέπη ένα δολάριο δίχως να θεωρηθεί ότι δωροδοκώ; Ακόμη, μάνα, γιατί μ' έκανες ν' αγαπώ τόσο τις λέξεις; Γιατί μ' έκανες να με βολοδέρνει το ενάρετο; Γιατί μου έμαθες να ξεσπώ στις λέξεις για να ξεχνάω; Εφόσον μάνα ένας συγγραφέας που συμβιβάζεται με τα δεδομένα προτού ακόμη πάρει μπροστά του το χαρτί και το μολύβι δεν μου είπες πως έχει αποτύχει ήδη.

Και βάστα μάνα, έχω κι άλλα να σου πω;

Και πριν ακόμη ξεκινήσω να σου υποσχεθώ προς στιγμή ότι δεν έχω προηγούμενα με κανέναν μάνα, ότι δεν μου δίδαξε κανείς τίποτα, ούτε κι εσύ, ότι δεν έμαθα από μόνος μου τίποτα, ότι δεν άκουσα τίποτα, ότι δεν πιστεύω σε τίποτα, ότι δεν εξαρτώμαι από τίποτα και κανέναν, ότι κανείς δεν εξαρτάται από μένα, ότι κανείς δεν περιμένει από μένα και ότι εγώ δεν περιμένω τίποτα από κανέναν. Θα υποσχεθώ ότι δεν έχω καμία φοβία, ότι δεν έχω κανένα ψυχολογικό υστέρημα και ότι θα σου γράψω γι' αυτό που βλέπω και μόνον σαν να το είδα για πρώτη φορά. Έτσι μόνον έχω κάποια ελπίδα μάνα να περάσω, για τον εαυτό μου και μόνον, από το ανεπίτρεπτο και συμβατικό στο αληθινό κι αποφεύγοντας το ψέμα σαν χολή και μολυσμένη αρρώστεια να κάνω μια προσπάθεια να προσεγγίσω την πραγματικότητα.


Είναι καιρός τώρα να θεωρήσω ότι ποτέ δεν πρόκειται να φτάσω στην απόλυτη αλήθεια, όσο κι αν προσπαθήσω. Γιατί θα υπάρχει πάντα κάποιο ψέμα στα λεγόμενά μου, ένα ψέμα που δεν θα το γνωρίζω κι έτσι η λογική μου θα λανθάνει.

Τι όμως πιο ζωοδόχο μάνα από τη σκέψη; Σ' ευχαριστώ που μούδωσες τη σκέψη. Ο σκεπτόμενος μου είπες πως ζει, αναπνέει τον αέρα του πολιτισμού, δημιουργεί και επικοινωνεί σ' όλες τις διαστάσεις και σ' όλα τα μήκη και πλάτη με το περιβάλλον. Ο,τιδήποτε κι αν κατορθώσω πρέπει πρώτα να το σκεφτώ μου είπες μάνα. Ο,τιδήποτε κι αν σκεφτώ επηρρεάζεται από τη γνώση (τη γνώση που απέκτησα από προσωπικές μου εμπειρίες)


Τώρα όμως μάνα μου γλυκειά άλλαξαν οι καιροί. Δεν είναι όπως ήταν τα πράγματα όταν εσύ ήσουν στα νιάτα σου. Τώρα δεν έχω γνώση τι να πω στα παιδιά μου. Τι να τους μηνύσω δεν έχω ιδέα μάνα. Πόσο καλό χωράει μέσα στο κακό; Πόσο λίγο ψέμα και εύκολη απάτη μπορεί να αλλοιώσει την αλήθεια; Τι έγινε λοιπόν μ' εκείνη την αλήθεια...;

3 comments:

ERHMHN said...

Έψαξες, βρήκες το θησαυρό σου.

Φίλε μου καλέ,

Γιε, «Πατέρα», Πονάς! Καταθέτεις τα εσώψυχά σου, Βγάζεις κραυγή, τα ΘΕΛΩ σου! Τα ΑΝ… κι ακόμα…
Αν αυτή η μάνα, δεν σε έκανε τόσο αθώο, θα μισούσες τους συνανθρώπους σου, (Θα δηλητηρίαζες το πνεύμα σου. ) Άδικο!
Σε ζηλεύω μάνα, που σμίλεψες και έφτιαξες τέτοιο σκαρί, το πνεύμα τον έκανε να αναρωτιέται… η πέτρα, έφερε γνώση!
Πατέρα, μη λαθεύεις, βρήκες τον πραγματικό άνθρωπο, τον είδες μέσα σου και τον είδαν όλοι που πιστεύουν στην αθωότητα.
Πατέρα, δεν σου πρέπει ένας φίλος σαν τον Δάμωνα και τον Φιντία, εκείνος σκότωσε την αλήθεια, η μάνα, σου έμαθε να ζεις, να παλεύεις και ο φίλος είναι το πιστεύω σου, η οικογένειά σου, δεν θα σε ξεχάσει ποτέ! Είσαι πατέρας, και τα παιδιά σου είναι που ζουν τον πόνο, δεν αγνοούν, είναι εκείνα το χαμόγελό σου. Ο ήλιος σου!
Αχ! Πατέρα… Τώρα που γράφεις αυτά τα λόγια, είναι που είσαι δυνατός! Η σιωπή της μάνας, σε έκανε να σπάσεις το καβούκι, να βγεις από το βαρέλι, να αρθρώσεις λόγω. Η πραότητα που σου έμαθε, τσάκισε το φόβο. Καθ’ ένας που ελευθερώνεται, ταρακουνάει, βάζει ένα λιθάρι και κάποτε το ανάκτορο της αλλαγής θα έχει νόημα.
Πατέρα, η αξίας μας σήμερα, είναι κάτι, που κλείνεις τα μάτια, για να θυμηθείς… όντως έχει φθαρεί, μα η αξία της διδαχής, από μια μάνα που μιλάει με το ένστικτο, φτιάχνει αυτό το αληθινό που βγάζεις.
Ποια κατηγόρια μπορεί να βρει έναν πατέρα, που έμαθε από μια μάνα, που δεν του έμαθε, μα του μετέδωσε αλήθειες;
Αλήθειες, που οι συκοφάντες καθώς τις καταπίνουν, χάνονταισ’ απύθμενα, ανήλιαγα καταγώγια.
Πατέρα, άσε τα παιδιά σου να σε δουν, είναι τα μόνα που γνωρίζουν την πραγματική αξία σου, εκείνη που διδάχτηκες και ξεπήδησε μέσα από την αθωότητα, δεν χρειάζεται να νιώθεις πως δωροδοκείς… έχεις εισπράξει τόσα από εκείνα, και τους έχεις καταθέσει άλλα τόσα, που το δίνε, λάβε, είναι μια αγκαλιά χρυσάφι. Το γνωρίζουν, τους έμαθες να βλέπουν πέρα από υλικά.
Πολλές σιωπές σου, μοιάζουν με τα αν, τα γιατί, τα θέλω, τα αχ! Τα δεν μου έμαθες μάνα… η ιστορία επαναλαμβάνεται…;
Η αποδοχή; Αν δεν σε έβαζε στην ευθεία το ζωογόνο μάνα, να δεις, η σκέψη θα ήταν τραγική; Όχι! Τα καλά σου έμαθε και ήξερες να τα λάβεις, αλλιώς δεν θα μπορούσες να τα γράψεις.
( Τώρα μάνα μου γλυκιά, άλλαξαν οι καιροί… καταλήγεις.)
Χμ! Τώρα πατέρα, μην αναρωτιέσαι… τη γνώση, την έχεις γιατί στην ψυχή σου βαθιά, έχεις ριζωμένη αυτή τη μάνα, κι όπως εκείνη ήξερε τι να κάνει, άλλο τόσο ξέρεις κι εσύ. Το ένστικτο! Και…
Εκείνα, οι γόνοι σου, ξέρουν τι να κρατήσουν…
Είναι οι φίλοι σου, είναι το χαμόγελό σου, είναι τα όλα σου, κι είσαι η ευθεία τους, τώρα είσαι εσύ… αύριο θα είναι οι ορμήνιες σου. Ως το άγνωστο…………………
Άσε… κι εκείνα, θα βρούνε τη δική τους στιγμή να καταθέσουν και να βρουν το θησαυρό τους.
Φίλε, το καλό και το κακό, συνυπάρχουν, για να έχει αξία η ζωή καθώς τα ξεχωρίζεις.
Φίλε, ο αληθινός, αλήθειες γεννάει, αλήθειες που έχουν βαθιά κληρονομικότητα.
Φίλε, δώσε μου κι εμένα μια μπουκιά απ’ το ΜΑΝΑ, θα ήθελα να γράφω σαν κι εσένα.

Είπα τη γνώμη μου.

Σε εκτιμώ

Ο φίλος

Δημήτρης Ζαχαρόπουλος

iakovos said...

Έψαξες, βρήκες το θησαυρό σου.

Φίλε μου καλέ,

Γιε, «Πατέρα», Πονάς! Καταθέτεις τα εσώψυχά σου, Βγάζεις κραυγή, τα ΘΕΛΩ σου! Τα ΑΝ… κι ακόμα…
__ Αν αυτή η μάνα, δεν σε έκανε τόσο αθώο, θα μισούσες τους συνανθρώπους σου, (Θα δηλητηρίαζες το πνεύμα σου. ) Άδικο!
Σε ζήλεψα μάνα, που σμίλεψες και έφτιαξες τέτοιο σκαρί, το πνεύμα τον έκανε να αναρωτιέται… η πέτρα, έφερε γνώση!
Πατέρα, μη λαθεύεις, βρήκες τον πραγματικό άνθρωπο, τον είδες μέσα σου και τον είδαν όλοι που πιστεύουν στην αθωότητα.
Πατέρα, δεν σου πρέπει ένας φίλος σαν τον Δάμωνα και τον Φιντία, εκείνος σκότωσε την αλήθεια, η μάνα, σου έμαθε να ζεις, να παλεύεις και ο φίλος είναι το πιστεύω σου, η οικογένειά σου, δεν θα σε ξεχάσει ποτέ! Είσαι πατέρας, και τα παιδιά σου είναι που ζουν τον πόνο, δεν αγνοούν, είναι εκείνα το χαμόγελό σου. Ο ήλιος σου!
Αχ! Πατέρα… Τώρα που γράφεις αυτά τα λόγια, είναι που είσαι δυνατός! Η σιωπή της μάνας, σε έκανε να σπάσεις το καβούκι, να βγεις από το βαρέλι, να αρθρώσεις λόγω. Η πραότητα που σου έμαθε, τσάκισε το φόβο. Καθ' ένας που ελευθερώνεται, ταρακουνάει, βάζει ένα λιθάρι και κάποτε το ανάκτορο της αλλαγής θα έχει νόημα.
Πατέρα, η αξίας μας σήμερα, είναι κάτι, που κλείνεις τα μάτια, για να θυμηθείς… όντως έχει φθαρεί, μα η αξία της διδαχής, από μια μάνα που μιλάει με το ένστικτο, φτιάχνει αυτό το αληθινό που βγάζεις.
Ποια κατηγόρια μπορεί να βρει έναν πατέρα, που έμαθε από μια μάνα, που δεν του έμαθε, μα του μετέδωσε αλήθειες;
Αλήθειες, που οι συκοφάντες καθώς τις καταπίνουν, χάνονται σ' απύθμενα, ανήλιαγα καταγώγια.
Πατέρα, άσε τα παιδιά σου να σε δουν, είναι τα μόνα που γνωρίζουν την πραγματική αξία σου, εκείνη που διδάχτηκες και ξεπήδησε μέσα από την αθωότητα, δεν χρειάζεται να νιώθεις πως δωροδοκείς… έχεις εισπράξει τόσα από εκείνα, και τους έχεις καταθέσει άλλα τόσα, που το δίνε, λάβε, είναι μια αγκαλιά χρυσάφι. Το γνωρίζουν, τους έμαθες να βλέπουν πέρα από υλικά.
Πολλές σιωπές σου, μοιάζουν με τα αν, τα γιατί, τα θέλω, τα αχ! Τα δεν μου έμαθες μάνα… η ιστορία επαναλαμβάνεται…;
Η αποδοχή; Αν δεν σε έβαζε στην ευθεία το ζωογόνο μάνα, να δεις, η σκέψη θα ήταν τραγική; Όχι! Τα καλά σου έμαθε και ήξερες να τα λάβεις, αλλιώς δεν θα μπορούσες να τα γράψεις.
( Τώρα μάνα μου γλυκιά, άλλαξαν οι καιροί… καταλήγεις.)
Χμ! Τώρα πατέρα, μην αναρωτιέσαι… τη γνώση, την έχεις γιατί στην ψυχή σου βαθιά, έχεις ριζωμένη αυτή τη μάνα, κι όπως εκείνη ήξερε τι να κάνει, άλλο τόσο ξέρεις κι εσύ. Το ένστικτο! Και…
Εκείνα, οι γόνοι σου, ξέρουν τι να κρατήσουν…
Είναι οι φίλοι σου, είναι το χαμόγελό σου, είναι τα όλα σου, κι είσαι η ευθεία τους, τώρα είσαι εσύ… αύριο θα είναι οι ορμήνιες σου. Ως το άγνωστο…………………
Άσε… κι εκείνα, θα βρούνε τη δική τους στιγμή να καταθέσουν και να βρουν το θησαυρό τους.
Φίλε, το καλό και το κακό, συνυπάρχουν, για να έχει αξία η ζωή καθώς τα ξεχωρίζεις.
Φίλε, ο αληθινός, αλήθειες γεννάει, αλήθειες που έχουν βαθιά κληρονομικότητα.
Φίλε, δώσε μου κι εμένα μια μπουκιά απ' το ΜΑΝΑ, θα ήθελα να γράφω σαν κι εσένα.

Είπα τη γνώμη μου.
Σε εκτιμώ
Δημήτρης Ζ.

Μηθυμναίος said...

Σας εύχομαι ολόκαρδα Καλά Χριστούγεννα κι Ευτυχισμενο το 2008